- ωτιατρική
- η мед. отиатрия
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ωτιατρική — η, Ν κλάδος τής ιατρικής που έχει ως αντικείμενο την θεραπεία τών νοσημάτων τών αφτιών. [ΕΤΥΜΟΛ. < οὖς*, ὠτός «αφτί» + ιατρική. Η λ. μαρτυρείται από το 1891 στο Πανελλην. συντροφ.] … Dictionary of Greek